αμπελοφάσουλο

αμπελοφάσουλο
ή γυφτοφάσουλο ή μαυρομάτικο φασόλι, το (Γεωπ.)
φυτό τής ποικιλίας Melanophtalma ή Dolichos melanophtalmus τού είδους Vigna sinensis. Καλλιεργείται μόνο του ή συνηθέστερα σε συγκαλλιέργεια με αραβόσιτο. Θεωρείται αξιόλογο ανοιξιάτικο ψυχανθές για περιοχές με ξηρό και θερμό κλίμα εξαιτίας τής χαρακτηριστικής αντοχής του στην ξηρασία τού εδάφους και τής ατμόσφαιρας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αμπελοφάσουλο — το το μαυρομάτικο φασόλι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αμπέλι — Η λέξη σημαίνει κυρίως την έκταση γης όπου καλλιεργείται το φυτό άμπελος η οινοφόρος,το κλήμα, αλλά και το ίδιο το φυτό ή και τις συστάδες του. Το α. ανήκει στην οικογένεια των αμπελιδών (δικοτυλήδονα, τάξη ραμνωδών) και προέρχεται, όπως φαίνεται …   Dictionary of Greek

  • αραποφάσουλο — το μαυρομάτικο φασόλι, αμπελοφάσουλο …   Dictionary of Greek

  • δόλιχος — ο (AM δόλιχος) 1. αγώνισμα δρόμου αντοχής (περ. 5 χιλιομέτρων) 2. (για χρόνο ή ενέργεια) έκταση πέρα από το κανονικό 3. μέτρο μήκους ίσο με 12 στάδια 4. το φυτό σμίλαξ η κηπαία, αμπελοφάσουλο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”